Στην μάνα μου επίσκεψη πήγα στο Περιστέρι
και όσο επερίμενα να γίνει το φαΐ
κι ενώ ξερογουργούριζε το άντερο με βία
να ξεχαστώ ετσάκωσα βιβλίο εις το χέρι.
Μέσα είχε τα άπαντα του Γιώργου του Σουρή
ποιηματάκια, θέατρα, στιχάκια μαντινάδες
και δύο τόμους είχανε τα άπαντα εκείνου
που εσφαλμένα ποιητή ο κόσμος θεωρεί.
Διαβάζω λίγο στην αρχή, διαβάζω και στο τέλος
με έπιασε πονόματος, οι τρίχες μου επέσαν
με τον ανοικονόμητο εκείνον ποιητή
και εις το τόξο έβαλα φαρμακωμένο βέλος.
Τι σαχλαμάρες είν΄ αυτές στο δίτομο γραμμένες;
οποία ανεγκεφαλιά, οποία ατεχνία;
όταν θα τον εμύραιναν στην κούνια του μωρό
όλες οι μοίρες θάτανε σίγουρα μεθυσμένες.
Όλο κρυάδες έγραφε και όλο σαχλαμάρες
με τ΄ άνοστα αστεία του πλευρίτιδα θα πάθεις
μπορεί δυσκοιλιότητα, άφθες με τερηδόνα
ίσως κανέναν ίλιγγο από τις κουταμάρες.
Αγριεύω και σηκώνομαι κοιτάω ένα γύρω
πολεμική διάθεση μου έρχεται στο στήθος
αρπάζω το μολύβι μου, αρπάζω και χαρτί
εκδίκηση μαινόμενος να πάρω από την Σύρο.
Τρέμετε κάμποι και βουνά, στερέψετε βρυσούλες
της ποίησής μου ο θυμός θα τρίξει στους αιθέρες
και σύ ανοικονόμητε και φαύλε ποιητή
ψάξε για καταφύγιο στης Σύρου της ραχούλες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου