Ένα αρκετά παλαιό ανέκδοτο, από την εποχή που είχε αρχίσει να εισβάλλει η τεχνολογία στην ζωή μας.
Ο Κωστίκας ήθελε να αγοράσει γυαλιά ηλίου και πήγε σε ένα μεγάλο κατάστημα. Δοκίμασε όλα τα σχέδια που είχε το μαγαζί αλλά κανένα δεν του ταίριαζε. Ανάμεσα σε αυτά που δοκίμαζε ζητάει από την πωλήτρια να του δείξει ένα ζευγάρι το οποίο βρισκόταν στην άκρη της βιτρίνας.- Αυτό, του λέει η πωλήτρια, είναι πανάκριβο. Είναι νέας τεχνολογίας από την Ιαπωνία.
- Δεν πειράζει, λέει ο Κωστίκας, θα το δοκιμάσω.
Πράγματι το φοράει και «τρελαίνεται» επειδή βλέπει απέναντί του την πωλήτρια γυμνή! Βγάζει τα γυαλιά βλέπει την πωλήτρια με ρούχα, τα ξαναφοράει πάλι γυμνή!
- Αυτά θα πάρω λέει, όσο κι αν πληρώσω.
- Αυτά κύριε, κάνουν 50.000 ευρώ, λέει η πωλήτρια.
- Εντάξει, λέει ο Κωστίκας, πληρώνει παίρνει τα γυαλιά, τα φοράει και φεύγει. Κάθεται για καφέ σε κάποια κεντρική καφετέρια, όπου φυσικά περνάει ευχάριστα. Έβαζε και έβγαζε τα γυαλιά απολαμβάνοντας το θέαμα. Τηλεφωνεί στην Σουμέλα για να της πει ότι κάτι του έτυχε και θα γυρίσει στο σπίτι το βράδυ. Όμως, αφού πέρασε λίγη ώρα ο Κωστίκας, ξαναμμένος από το θέαμα, αποφάσισε να γυρίσει στο σπίτι. Μπαίνοντας βλέπει στον καναπέ την Σουμέλα και τον Γιορίκα γυμνούς! Βγάζει τα γυαλιά τους βλέπει και πάλι γυμνούς και γεμάτος απογοήτευση λέει:
- Και το σκέφτηκα, ρε γαμώτο. Βάλε-βγάλε θα τα χαλάσω ο ηλίθιος!