Ὁ ξενιτεμένος στήν Ἀμερική γιός, γράφει στή μαμά του:
-Μαμά, ἐπιτέλους ἀποκτήσαμε παιδί. Ἀλλά ἡ γυναίκα μου δέν ἔχει γάλα καί ἀναγκαστήκαμε νά δίνουμε στό μωρό γάλα ἀπό μία μαύρη ἀγελάδα, μέ ἀποτέλεσμα κάθε μέρα πού περνάει τό παιδί μας ὅλο καί μαυρίζει.
Καί ἡ μητέρα τοῦ ἀπαντάει:
-Γιόκα μου, κι ἐγώ δέν εἶχα γάλα ὅταν γεννήθηκες ἐσύ, κι ἀναγκαστήκαμε νά σοῦ δίνουμε γάλα ἀπό τήν κατσίκα. Ἀλλά ὅπως καταλαβαίνω τά κέρατα τώρα τά βγάζεις...
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο »
-Μαμά, ἐπιτέλους ἀποκτήσαμε παιδί. Ἀλλά ἡ γυναίκα μου δέν ἔχει γάλα καί ἀναγκαστήκαμε νά δίνουμε στό μωρό γάλα ἀπό μία μαύρη ἀγελάδα, μέ ἀποτέλεσμα κάθε μέρα πού περνάει τό παιδί μας ὅλο καί μαυρίζει.
Καί ἡ μητέρα τοῦ ἀπαντάει:
-Γιόκα μου, κι ἐγώ δέν εἶχα γάλα ὅταν γεννήθηκες ἐσύ, κι ἀναγκαστήκαμε νά σοῦ δίνουμε γάλα ἀπό τήν κατσίκα. Ἀλλά ὅπως καταλαβαίνω τά κέρατα τώρα τά βγάζεις...